Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΙ, η Λογοτεχνία στη Μουσική και η Μουσική στη Λογοτεχνία.





  Satie και Σεφέρης


*Kiriaki Chrysanidou

"Μια λανθάνουσα επικοινωνία Σεφέρη και Satie, μέσα από κοινή έμπνευση: τον αρχαίο χορό των παιδιών της Σπάρτης Γυμνοπαιδίες για δύο - διάλογοι"

(Θεοδοσοπούλου, Μάρη για το βιβλίο της Πολίνας Ταμπακάκη: "Γυμνοπαιδίες"  Γιώργου Σεφέρη -Έρικ Σατί:  Στιγμιότυπα μιας πνευματικής επικοινωνίας )


Με αφορμή τη σύμπτωση δύο δημιουργών στον ίδιο τίτλο, η Π. Ταμπακάκη συγγράφει μια μελέτη με κύριο χαρακτηριστικό τη συνδυαστική φαντασία, η οποία ωστόσο υποστηρίζεται από την ανάλογη φιλολογική φροντίδα. Με καλή μουσική κατάρτιση η μελετήτρια, όπως δείχνει και η πρόσφατη μετάφραση της βιογραφίας του καταλανού βιολοντσελίστα Πάμπλο Καζάλς, προσφέρει μια διαφορετική θέαση της σεφερικής ποίησης. Οπως φαίνεται, η ιδέα για τη μελέτη υπήρχε ήδη από την εποχή που η Π. Ταμπακάκη συνέτασσε το χρονολόγιο της βιογραφίας, όπου για την καλύτερη σκιαγράφηση της εποχής του Καζάλς αναφέρει δημιουργούς και έργα. Εν μέσω αυτών, ο αιρετικός γάλλος συνθέτης Ερίκ Σατί και ο Σεφέρης: Το 1888 ο Σατί, μόλις 22 χρόνων, δουλεύει πιανίστας στο καμπαρέ «Μαύρος Γάτος» της Μονμάρτρης και συνθέτει τρία σύντομα κομμάτια για πιάνο που αποκαλεί «gymnopedies». «Οχτώβρη 1935», ο Σεφέρης, μετά την έκδοση της συλλογής Μυθιστόρημα και ενώ μεταφράζει Ελιοτ, γράφει «μια παραπληρωματική δίπτυχη σύνθεση», με τίτλο Γυμνοπαιδία.


Οπως δηλώνει και ο υπότιτλος της μελέτης, η Π. Ταμπακάκη ιχνηλατεί την πνευματική επικοινωνία του Σεφέρη με τον Σατί ή μάλλον, λιγότερο φιλόδοξα, αναφέρεται σε ορισμένα στιγμιότυπα αυτής της εν πολλοίς υποθετικής επικοινωνίας, αν και οι εικασίες στηρίζονται με πειστικά επιχειρήματα. Προτάσσει ωστόσο μια άλλη επικοινωνία, του Σατί με το αρχαιοελληνικό πνεύμα. Λέγεται πως όταν συνέθετε τις «gymnopedies» διάβαζε τη Σαλαμπό του Φλομπέρ, οπότε δεν αποκλείεται να εμπνεύστηκε από τα γυμνά πόδια της Καρχηδόνιας. Ηταν όμως και γνώστης των κλασικών, όπως μαρτυρεί το συμφωνικό δράμα «Σωκράτης» ή η μουσική για το μπαλέτο «Ερμής» που συνέθεσε αργότερα. Το πιθανότερο λοιπόν να γνώριζε τις γυμνοπαιδίες, όπως αποκαλούνταν οι ετήσιοι εορτασμοί στην αρχαία Σπάρτη προς τιμήν του θεού Απόλλωνος, κατά τους οποίους γυμνοί παίδες εχόρευαν και τελούσαν γυμναστικές ασκήσεις, αφιερωμένες στη μνήμη των πεσόντων στη μάχη της Θυρέας.

Aldo Ciccolini: Gymnopedie n.1 (Satie)


http://www.youtube.com/watch?v=0peXnOnDgQ8&feature=related


Ωστόσο δεν μπορούσε να γνωρίζει την Πλατεία των Γυμνοπαιδιών στη Σαντορίνη και τους εκεί τελούμενους χορούς, στους οποίους αναφέρεται ο Σεφέρης, αφού οι ανασκαφές στην αρχαία Θήρα ξεκίνησαν στο γύρισμα του προηγούμενου αιώνα. Μάλλον ο Σατί διασκέδαζε με το παράξενο του ονόματος και την αμφισημία του. Γιατί πολλοί υποτιμούν τη μουσική ιδιοφυΐα του, θεωρώντας τον απλώς έναν επινοητικό πρόδρομο του φίλου του Κλοντ Ντεμπυσί, όμως όλοι τον αναγνωρίζουν ως εξαίρετο χιουμορίστα. Πόσο καλά όμως γνώριζε ο Σεφέρης τον Σατί και τις «γυμνοπαιδίες» του; Σαφείς οι ενδείξεις πως ο Σεφέρης απήλαυσε το Παρίσι του '20, όταν αποθεωνόταν ο Σατί. Η Π. Ταμπακάκη αναζητεί τα μουσικά ακούσματα του Σεφέρη στα φοιτητικά του χρόνια στο Παρίσι και μετά, του νεαρού διπλωμάτη πλέον, στο Λονδίνο. Εκείνης της εποχής και η μοναδική αναφορά στον Σατί.

Erik Satie - Gymnopedie No. 2 - Aldo Ciccolini


http://www.youtube.com/watch?v=1loSL7CjE_w&feature=related


Την Κυριακή, 8 Μάη 1932, γράφει στο ημερολόγιό του: «... Οταν πρόκειται να παίξω το "Sacre" ή τη "Γυμνοπαιδία" του Σατί, διπλοκλειδώνομαι...». Υπάρχει και μία ακόμη, πολύ μεταγενέστερη, μνεία του Σατί σε μια διάλεξη γύρω από την πνευματική επικοινωνία Γαλλίας - Ελλάδας, στην Αίγυπτο το 1944. Σε αντίθεση με τις πολλαπλές αναφορές στον αγαπημένο του συνθέτη Ντεμπυσί. Και όμως, όπως παρατηρεί η Π. Ταμπακάκη, στη Γυμνοπαιδία, «βάζει για πρώτη και μοναδική φορά σε ποίημά του ως τίτλο ένα διάσημο μουσικό έργο».



Το καλοκαίρι του 1935, προτού πάει διακοπές στο Πήλιο, ο Σεφέρης έκανε ένα σύντομο ταξίδι με βαπόρι και καπετάνιο στο τιμόνι τον φίλο του, ποιητή Δ. Ι. Αντωνίου· ένα λαθραίο ταξίδι που λανθάνει ακόμη και από τα χρονολόγια Σεφέρη. Τότε είδε χωρίς ν' αφήσει τη γέφυρα του καραβιού τη Νάξο, την Πάρο, τη Σαντορίνη. Μετά έγραψε τα δύο ποιήματα της Γυμνοπαιδίας, «Σαντορίνη» και «Μυκήνες». Η Π. Ταμπακάκη δείχνει το πάθος του Σεφέρη για τη μουσική, που τον φέρνει και στην ποίηση του Ζυλ Λαφόργκ, του Ελιοτ ή του Δάντη. Η μελέτη κλείνει με το ποιητικό υστερόγραφο της Γυμνοπαιδίας, γραμμένο «Παρασκευή, 12 Γενάρη 1945», όταν «οι εφημερίδες δημοσίευαν την ανακωχή Scobie - ΕΛΑΣ», και όπου δεν ηχεί πια η μουσική του Σατί.



Erik Satie - Gymnopedie No. 3 - Aldo Ciccolini


http://www.youtube.com/watch?v=lDYPaeOhXG8



Η Γυμνοπαιδία αναφέρεται άμεσα σε ένα μουσικό κομμάτι – στις Γυμνοπαιδίες του Ερίκ Σατί. Η συγγένεια αυτή είχε επισημανθεί από τον Γ. Π. Σαββίδη ήδη από το 1961, αλλά μελετήθηκε και τεκμηριώθηκε από ιστορική άποψη τα τελευταία τρία χρόνια. Εντωμεταξύ, το 1996, μία λεπτομερής μετρική ανάλυση του πρώτου ποιήματος της συλλογής, της «Σαντορίνης», από τη Lucia Marcheselli-Loukas έδειξε πώς η υπονόμευση και αποδόμηση του δεκαπεντασύλλαβου, όπως μπορεί να ανιχνευθεί στο ποίημα αυτό, αντανακλά μετρικά τα κεντρικά θέματά του: της φθοράς και της μνήμης.Αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι να προσπαθήσουμε να δούμε αν η ρυθμική/χρονική αίσθηση που δημιουργεί ένα ποίημα σε έναν «κοινό αναγνώστη/ακροατή» μπορεί να αναζητηθεί πέρα από τις μετρικές κανονικότητες και παραβιάσεις, όπως ανιχνεύονται από έναν φιλόλογο (και οι οποίες αφορούν κατά κύριο λόγο ό,τι ο Σεφέρης ονόμαζε «τα εξωτερικά ηχητικά συμπλέγματα των συλλαβών»). Σε αυτή την προσπάθεια η μελέτη της Marcheselli προσφέρει έτσι ένα έγκυρο μέτρο σύγκρισης.



Το γεγονός ότι στην περίπτωση της Γυμνοπαιδίας γνωρίζουμε ποιον μουσικό «έκλεψε» ο Σεφέρης θέτει από μόνο του το ερώτημα: ποιο στοιχείο μπορεί να ήταν για τον Σεφέρη το αντικείμενο κλοπής από τις Γυμνοπαιδίες του Σατί; Η κλοπή συγκεκριμένων μορφικών στοιχείων θα προσέκρουε στο αντικειμενικό εμπόδιο ότι ο Σεφέρης δεν γνώριζε μουσική. Αλλά τέτοιο εμπόδιο δεν υπάρχει στην αίσθηση του χρόνου που δημιουργούσε στον ποιητή η μουσική του Σατί. Η μουσική αυτή, έχουν πει οι μουσικολόγοι, χαρακτηρίζεται από έλλειψη αίσθησης εξέλιξης ή κατεύθυνσης προς μια κορύφωση, και μοιάζει συχνά σαν ένα «παζλ που αποτελείται από μια ποικιλία σύντομων “μοτίβων”». Δεν έχουμε λόγο να πιστέψουμε ότι ο Σεφέρης δεν ήταν ευαίσθητος στη χρονικότητα των Γυμνοπαιδιών, όπως ήταν στην περίπτωση της ινδικής μουσικής. Και η ίδια η Γυμνοπαιδία του μάλλον επιβεβαιώνει μια τέτοια υπόθεση.


http://www.youtube.com/watch?v=PBP5simCIME OΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ ΕΡΓΟ


Γυμνοπαιδία A΄. Σαντορίνη Σεφέρης Γιώργος

Σκύψε αν μπορείς στη θάλασσα τη σκοτεινή ξεχνώντας


τον ήχο μιας φλογέρας πάνω σε πόδια γυμνά


που πάτησαν τον ύπνο σου στην άλλη ζωή τη βυθισμένη.






Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακο


τη μέρα τ' όνομα τον τόπο


και ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει.






Bρεθήκαμε γυμνοί πάνω στην αλαφρόπετρα


κοιτάζοντας τ' αναδυόμενα νησιά


κοιτάζοντας τα κόκκινα νησιά να βυθίζουν


στον ύπνο τους, στον ύπνο μας.


Eδώ βρεθήκαμε γυμνοί κρατώντας


τη ζυγαριά που βάραινε κατά το μέρος


της αδικίας.






Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριασμένη


αγάπη


στον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν,


δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμης


στην ωμοπλάτη·


στον τόπο που σκορπίστηκε που δεν αντέχει


στον τόπο που ήταν κάποτε δικός μας


βουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη.






Bωμοί γκρεμισμένοι


κι οι φίλοι ξεχασμένοι


φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη.






Άφησε τα χέρια σου αν μπορείς, να ταξιδέψουν


εδώ στην κόχη του καιρού με το καράβι


που άγγιξε τον ορίζοντα.


Όταν ο κύβος χτύπησε την πλάκα


όταν η λόγχη χτύπησε το θώρακα


όταν το μάτι γνώρισε τον ξένο


και στέγνωσε η αγάπη


μέσα σε τρύπιες ψυχές·


όταν κοιτάζεις γύρω σου και βρίσκεις


κύκλο τα πόδια θερισμένα


κύκλο τα χέρια πεθαμένα


κύκλο τα μάτια σκοτεινά·


όταν δε μένει πια ούτε να διαλέξεις


το θάνατο που γύρευες δικό σου,


ακούγοντας μια κραυγή


ακόμη και του λύκου την κραυγή,


το δίκιο σου·


άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουν


ξεκόλλησε απ' τον άπιστο καιρό


και βούλιαξε,


βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες.






Β' Μυκήνες


Δώσ' μου τα χέρια σου, δώσ' μου τα χέρια σου, δώσ' μου τα χέρια σου.


Είδα μέσα στη νύχτα


τη μυτερή κορυφή του βουνού


είδα τον κάμπο πέρα πλημμυρισμένο


με το φως ενός αφανέρωτου φεγγαριού


είδα, γυρίζοντας το κεφάλι


τις μαύρες πέτρες συσπειρωμένες


και τη ζωή μου τεντωμένη σα χορδή


αρχή και τέλος


η τελευταία στιγμή·


τα χέρια μου.






Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες·


τούτες τις πέτρες τις εσήκωσα όσο βάσταξα


τούτες τις πέτρες τις αγάπησα όσο βάσταξα


τούτες τις πέτρες, τη μοίρα μου.


Πληγωμένος από το δικό μου χώμα


τυραννισμένος από το δικό μου πουκάμισο


καταδικασμένος από τους δικούς μου θεούς,


τούτες τις πέτρες.






Ξέρω πως δεν ξέρουν, αλλά εγώ


που ακολούθησα τόσες φορές


το δρόμο απ' το φονιά στο σκοτωμένο


από το σκοτωμένο στην πληρωμή


κι από την πληρωμή στον άλλο φόνο,


ψηλαφώντας


την ανεξάντλητη πορφύρα


το βράδυ εκείνο του γυρισμού


που άρχισαν να σφυρίζουν οι Σεμνές


στο λιγοστό χορτάρι -


είδα τα φίδια σταυρωτά με τις οχιές


πλεγμένα πάνω στην κακή γενιά


τη μοίρα μας.






Φωνές από την πέτρα από τον ύπνο


βαθύτερες εδώ που ο κόσμος σκοτεινιάζει,


μνήμη του μόχθου ριζωμένη στο ρυθμό


που χτύπησε τη γης με πόδια


λησμονημένα.


Σώματα βυθισμένα στα θεμέλια


του άλλου καιρού, γυμνά. Μάτια


προσηλωμένα προσηλωμένα, σ' ένα σημάδι


που όσο κι αν θέλεις δεν το ξεχωρίζεις·


η ψυχή


που μάχεται για να γίνει ψυχή σου.


Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου

εδώ που σταματήσαν οι μυλόπετρες.


Οχτώβρης 1935 Γιώργος Σεφέρης


Το γεγονός ότι τα ποιήματα της συλλογής δεν είναι γραμμένα σε παραδοσιακό στίχο σημαίνει ότι ηχητικά δεν δημιουργούν έναν καθορισμένο ορίζοντα προσδοκίας, με άλλα λόγια, μια αίσθηση «γραμμικής» πορείας. Αλλά εξετάζοντας τη συλλογή και πέρα από τα «ηχητικά εξωτερικά συμπλέγματα των συλλαβών» της, τα μέρη της (όπως χωρίζονται από τα κενά/σιωπές ανάμεσά τους) φαίνεται να λειτουργούν περισσότερο ως αυτόνομα, παρά συνεισφέρουν σε μία αίσθηση εξέλιξης του ποιήματος. Ας δούμε π.χ. στη «Σαντορίνη» τους στίχους 21-23: «Βωμοί γκρεμισμένοι/κι οι φίλοι ξεχασμένοι/φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη»: εικόνες φθοράς και μνήμης.Αλλά η συγκεκριμένη θέση/στιγμή εμφάνισης αυτών των στίχων είναι δύσκολο να δικαιολογηθεί με βάση το τι προηγήθηκε ή τι θα ακολουθήσει – με μία έννοια θα μπορούσαν να είχαν παρουσιαστεί ίσως σε κάποιο άλλο σημείο του ποιήματος.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου